- μεγαλοκεφαλία
- η мед. мегалокефалия
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
μεγαλοκεφαλία — Αύξηση των διαστάσεων του κεφαλιού πέρα από σύνηθες, εξαιτίας της ταυτόχρονης αύξησης του κρανίου και του εγκέφαλου. Η μ. είναι άλλοτε φυσιολογική και άλλοτε παθολογική. Διακρίνεται σε μεγαλοκεφαλία και γιγαντοκεφαλία. Για μ. διακρίνονται οι… … Dictionary of Greek
μεγακεφαλία — η η ιδιότητα ορισμένων λαών ή ατόμων να έχουν κεφάλι διαστάσεων μεγαλύτερων τού κανονικού, αλλ. μεγαλοκεφαλία … Dictionary of Greek